"Ο αιτών άσυλο πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επικαλεστεί περιστάσεις μεταγενέστερες της έκδοσης της απόφασης μεταφοράς κατά της οποίας ασκεί προσφυγή", έκρινε σήμερα το Δικαστήριο της ΕΕ (ΔΕΕ).
Σύμφωνα με το ΔΕΕ, "εναπόκειται σε κάθε κράτος μέλος να θέσει τους δικονομικούς κανόνες για την άσκηση των ένδικων βοηθημάτων που αποσκοπούν στη διασφάλιση της εν λόγω αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας".
Συγκεκριμένα, το τμήμα μείζονος συνθέσεως του ΔΕΕ κρίνει ότι "το δίκαιο της Ένωσης αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει ότι το δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής για την ακύρωση απόφασης μεταφοράς δεν μπορεί, κατά την εξέταση της προσφυγής αυτής, να λαμβάνει υπόψη περιστάσεις μεταγενέστερες της έκδοσης της εν λόγω απόφασης οι οποίες είναι καθοριστικές για την ορθή εφαρμογή του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ".
Το ΔΕΕ διευκρινίζει ότι "δεν ισχύει το ίδιο αν η νομοθεσία αυτή προβλέπει ειδικό ένδικο βοήθημα το οποίο μπορεί να ασκηθεί μετά την επέλευση των περιστάσεων αυτών, υπό την προϋπόθεση ότι το ένδικο βοήθημα καθιστά δυνατή την εξέταση ex nunc της κατάστασης του ενδιαφερομένου και παράγει αποτελέσματα δεσμευτικά για τις αρμόδιες αρχές".
Αναλυτικά, το ΔΕΕ υπενθυμίζει ότι "ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ προβλέπει ότι το πρόσωπο ως προς το οποίο έχει ληφθεί απόφαση μεταφοράς έχει δικαίωμα άσκησης αποτελεσματικής προσφυγής κατά της απόφασης αυτής και ότι η προσφυγή πρέπει να αφορά, μεταξύ άλλων, την εξέταση της εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού".
Υπενθυμίζει επίσης τη νομολογία του σύμφωνα με την οποία "ο αιτών διεθνή προστασία πρέπει να έχει στη διάθεσή του αποτελεσματικό και ταχύ ένδικο βοήθημα που να του παρέχει τη δυνατότητα να επικαλεστεί περιστάσεις μεταγενέστερες της έκδοσης της απόφασης μεταφοράς του, οσάκις η συνεκτίμησή τους είναι καθοριστική για την ορθή εφαρμογή του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ".
Το ΔΕΕ υπογραμμίζει ότι τα κράτη μέλη "δεν οφείλουν, πάντως, να οργανώσουν το σύστημά τους για την άσκηση προσφυγής κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται ότι θα λαμβάνονται υπόψη τέτοιες περιστάσεις κατά την εξέταση του ένδικου βοηθήματος με το οποίο αμφισβητείται η νομιμότητα της απόφασης μεταφοράς".
Όπως αναφέρει, ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ "δεν διευκρινίζει αν το δικαίωμα προσφυγής συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι το δικαστήριο που επιλαμβάνεται του ένδικου βοηθήματος μπορεί να εξετάσει ex nun τη νομιμότητα της απόφασης μεταφοράς".
Ως εκ τούτου, δυνάμει της αρχής της δικονομικής αυτονομίας, "εναπόκειται σε κάθε κράτος μέλος να θεσπίσει τους σχετικούς κανόνες, υπό τον όρο ότι αυτοί δεν είναι λιγότερο ευμενείς από τους διέποντες παρόμοιες καταστάσεις που υπόκεινται στο εσωτερικό δίκαιο (αρχή της ισοδυναμίας) και δεν καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που απονέμει το δίκαιο της Ένωσης (αρχή της αποτελεσματικότητας)".
Στην προκειμένη περίπτωση, όσον αφορά ειδικότερα την αρχή της αποτελεσματικότητας, το ΔΕΕ επισημαίνει ότι "μια προσφυγή για την ακύρωση απόφασης μεταφοράς, στο πλαίσιο της οποίας το επιληφθέν δικαστήριο δεν μπορεί να λάβει υπόψη περιστάσεις μεταγενέστερες της έκδοσης της απόφασης αυτής οι οποίες είναι καθοριστικές για την ορθή εφαρμογή του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ, δεν εξασφαλίζει επαρκή δικαστική προστασία, η οποία να παρέχει στον ενδιαφερόμενο τη δυνατότητα να ασκήσει τα δικαιώματα που αντλεί από τον κανονισμό αυτόν και από το άρθρο 47 του Χάρτη".
Εντούτοις, το ΔΕΕ προσθέτει ότι "μια τέτοια προστασία μπορεί να διασφαλιστεί, στο πλαίσιο του εθνικού δικαιοδοτικού συστήματος θεωρούμενου στο σύνολό του, με ειδικό ένδικο βοήθημα, διαφορετικό από εκείνο που αποσκοπεί στον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης μεταφοράς, το οποίο να καθιστά δυνατή τη συνεκτίμηση τέτοιων περιστάσεων".
Ωστόσο, "το εν λόγω ειδικό ένδικο βοήθημα πρέπει να εξασφαλίζει στην πράξη στον ενδιαφερόμενο τη δυνατότητα να ματαιώνει τη μεταφορά του προς άλλο κράτος μέλος από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους που υπέβαλε το σχετικό αίτημα, όταν περίσταση μεταγενέστερη της απόφασης μεταφοράς εμποδίζει την εκτέλεσή της", αναφέρει το ΔΕΕ.
Κατά το ΔΕΕ "πρέπει επίσης να διασφαλίζει ότι, όταν περίσταση μεταγενέστερη της απόφασης μεταφοράς συνεπάγεται ότι το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα μεταφοράς είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αυτού υποχρεούνται να λάβουν αυτεπαγγέλτως τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να αναγνωρίσουν την ευθύνη αυτή και να αρχίσουν αμελλητί την εξέταση. Επιπλέον, η άσκηση αυτού του ειδικού ένδικου βοηθήματος δεν πρέπει να εξαρτάται από το αν ο ενδιαφερόμενος στερείται της ελευθερίας του ή από το αν η απόφαση μεταφοράς πρόκειται να εκτελεστεί άμεσα".
Τελευταία Ενημέρωση: 15 Απριλίου 2021 - 11:32
Πηγή: ΡΙΚhttps://news.rik.cy/article/2021/4/15/dee-o-aiton-asulo-prepei-na-mporei-na-epikalestei-peristaseis-metagenesteres-tes-ekdoses-tes-apophases-metaphoras/