Μεγάλη αντιπροσωπεία του ΑΚΕΛ αποτελούμενη από τον Εκπρόσωπο Τύπου του Κόμματος, Στέφανο Στεφάνου, τον Ευρωβουλευτή Νεοκλή Συλικιώτη, το μέλος του Π.Γ. Χρίστο Χριστοφίδη, τον Επικεφαλής του Πολιτιστικού Γραφείου Κώστα Κώστα καθώς και μέλη του Πολιτιστικού Γραφείου της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ επισκέφτηκε σήμερα τον πολύ γνωστό σκηνοθέτη Πανίκο Χρυσάνθου, που έχει τιμήσει και την Κύπρο με ταινίες του διεθνώς, ο οποίος κατέρχεται σε απεργία πείνας διαμαρτυρόμενος για διάφορα κακώς έχοντα που υπάρχουν στο επίπεδο της πολιτείας και του Υπουργείου Παιδείας αναφορικά με το θέμα της κυπριακής κινηματογραφίας.
Σε δηλώσεις του μετά την επίσκεψη ο Στέφανος Στεφάνου ανέφερε ότι «ο Πανίκος Χρυσάνθου εγείρει ζητήματα τόσο που έχουν να κάνουν με τη σύσταση της επιτροπής για τα ζητήματα κινηματογράφου, εγείρει ζητήματα σχετικά με την αξιολόγηση των ταινιών και των σεναρίων, εγείρει ζητήματα λογοκρισίας και υποστηρίζει, και νομίζω έχει ένα δίκαιο σε αυτό, ότι εναντίον του υπάρχουν διακρίσεις λόγω των ταινιών που ο ίδιος ετοιμάζει. Κατά την άποψη μας θα πρέπει να εξεταστούν τόσο τα κριτήρια της επιτροπής όσο και τα κριτήρια με τα οποία υπάρχει αξιολόγηση των ταινιών. Θα πρέπει να πω ότι, εμείς θα εγγράψουμε θέμα στην επιτροπή παιδείας της Βουλής την ερχόμενη Τετάρτη για να δούμε το θέμα. Έχουμε την πεποίθηση ότι η κυπριακή κινηματογραφική τέχνη θα πρέπει να στηριχθεί περισσότερο. Δεν φτάνει να διακηρύσσει από τις Ινδίες ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ότι θα φέρει το Bollywood στην Κύπρο, χρειάζεται να στηριχθεί η κυπριακή τέχνη, έχουμε αξιόλογους σκηνοθέτες και νομίζω η πολιτεία οφείλει να τους στηρίξει γιατί έτσι προβάλλεται η Κύπρος, προβάλλεται το Πρόβλημα της, προβάλλεται η ίδια μας η χώρα».
Σε διαπίστωση δημοσιογράφου ότι δίνονται εκατομμύρια στο ΘΟΚ ενώ στις πολιτιστικές υπηρεσίες για το κινηματογράφο ψίχουλα, ο Στέφανος Στεφάνου απάντησε ότι: «Υπάρχει θέμα με τον καταμερισμό των κονδυλίων, για το πώς γίνεται, με ποια κριτήρια και πως δίνονται και αυτά θα εγερθούν μέσα από την κατάθεση θέματος που θα εγγράψουμε ως ΑΚΕΛ- Αριστερά- Νέες Δυνάμεις στην Επιτροπή Παιδείας της Βουλής».
Σε γραπτή του δήλωση ο Πανίκος Χρυσάνθους αναφέρει : « Οι Κινηματογραφικές Μέρες, που ξεκινούν σήμερα, δεν είναι το δικό μου φεστιβάλ. H αξιοπρέπειά μου δεν μου επιτρέπει να συμμετέχω σ’ αυτό με την νέα μου ταινία, καθώς πίσω του βλέπω να κρύβεται μια κινηματογραφική πολιτική κι ένα σύστημα αξιών, που επιτρέπουν την αναξιοκρατία και τις διακρίσεις. Αντί να γιορτάζω, ξεκινώ σήμερα μιαν απεργία πείνας διαρκείας, επειδή οι επιπτώσεις της πολεμικής και των απαγορεύσεων της ταινίας «Ακάμας» είναι ακόμα ζωντανές, κι επειδή συνεχίζω να βιώνω ακόμα και σήμερα διακρίσεις και αποκλεισμούς.
Δε νομίζω ότι χρειάζεται να ξαναδιηγηθώ την περιπέτεια του «Ακάμα». Μου άφησε όμως πίσω της 180 000 ευρώ χρέη, τα οποία προέκυψαν από σκόπιμες καθυστερήσεις καταβολής χρημάτων, διοικητικά μέτρα, παραβίαση του συμβολαίου συμπαραγωγής και απαγόρευση της ταινίας. Έκαμα μια τεκμηριωμένη καταγγελία στο Υπουργείο Παιδείας και ζήτησα να γίνει έρευνα γύρω από το θέμα, αυτό όμως αρνήθηκε, και θεώρησε ότι ξεμπέρδεψε με μια φράση: «Οι ισχυρισμοί σας είναι ανυπόστατοι». Προφανώς δεν ήθελε να αποκαλυφθεί ότι είχε ευθύνες. Μετά από λίγο καιρό έμαθα ακόμη κάτι, το οποίο αγνοούσα στην αρχή, και το οποίο εξηγούσε γιατί μια έρευνα ήταν αδιανόητη: Ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε δώσει εντολή στον τότε Υπουργό Παιδείας να μην επιτρέψει προβολή της ταινίας. Αυτό ήταν ένα πρωτοφανές σκάνδαλο, όχι μόνο γιατί ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπλέχτηκε σε μιαν υπόθεση λογοκρισίας αλλά και γιατί η απόφαση αυτή πάρθηκε πριν η ταινία τελειώσει και πριν τη δει κανείς. Η όλη ιστορία ήταν στην ουσία ένα θέατρο, το οποίο ανέλαβαν να υλοποιήσουν μια σειρά αξιωματούχων και λειτουργών του κράτους παραβιάζοντας κάθε αρχή δικαίου. Η απόπειρα μου στη συνέχεια να βρεθεί μια λύση με το χρέος ήταν χωρίς αποτέλεσμα. Στις επαφές που είχα με υπουργούς και ανώτερους αξιωματούχους του κράτους, σχημάτισα την εντύπωση ότι όλοι ήξεραν το παρασκήνιο αλλά δεν είχαν την τόλμη να κάμουν κάτι.
O «Ακάμας» ωστόσο δεν ήταν μια απομονωμένη περίπτωση πολεμικής. Έχει βαθύτερα αίτια, που έχουν να κάμουν με τη μισαλλοδοξία και την έχτασή της μέσα στον κρατικό μηχανισμό. Γι αυτό και επακολούθησε ένα είδος απομόνωσης και αποκλεισμού μου, και ως προσώπου αλλά και ως δημιουργού. Καμιά από τις ταινίες που έκαμα δεν προβλήθηκε ή προωθήθηκε ποτέ από το κράτος. Υπάρχουν περιπτώσεις, που μπήκαν σε προγράμματα προβολών του εξωτερικού, στα οποία ζητήθηκε και η συμμετοχή της εκεί κυπριακής αντιπροσωπείας, όπου εκ των υστέρων μου ανακοινώθηκε ότι αφαιρέθηκαν. Οι ξένοι βλέπουν στις ταινίες μου χέρια πάνω από τα συρματοπλέγματα, έργα ανθρωπιάς και συμφιλίωσης, την ομορφιά του κυπριακού τοπίου. Κάποιοι διπλωμάτες μας φαίνεται ότι βλέπουν κάτι άλλο. Το ΡΙΚ, που έχει τα δικαιώματα του «Τείχους μας» και του «Ακάμα» αρνείται να τις προβάλει, χωρίς να δίνει καμιά δημόσια εξήγηση γι αυτή τη μορφή λογοκρισίας, που συνεχίζεται για χρόνια. Ανεξάρτητοι οργανισμοί, που παίρνουν επιχορηγήσεις από το κράτος, επίσης δεν προβάλλουν τις ταινίες μου. Κάποιοι λένε φανερά πως φοβούνται ότι θα τους κοπεί η επιχορήγηση. Το Υπουργείο δεν έκαμε ποτέ ως τώρα μια κίνηση για να διαψεύσει αυτή τη φήμη. Κι όταν κάμω μια αίτηση για να διοργανώσω κάτι στα πλαίσια χρηματοδοτήσεων για κινηματογραφικές εκδηλώσεις, παίρνω συνήθως μια θετική απάντηση, πάντα όμως με όρους, που να μην μπορώ να πραγματοποιήσω αυτό που προτείνω. Τα τελευταία χρόνια βαρέθηκα αυτό το κρυφτούλι και σταμάτησα να κάμνω αιτήσεις.
Οι δυο τελευταίες κλήσεις του Υπουργείου Παιδείας για τη χρηματοδότηση νέων ταινιών εφαρμόζουν διακρίσεις και αποκλεισμούς. Καθόρισαν ως πλαίσιο χρηματοδότησης μόνο τις ταινίες «χαμηλού προϋπολογισμού». Δεν υπάρχουν όμως χαμηλού και ψηλού κόστους ταινίες στην Κύπρο. Ο διαχωρισμός είναι σχηματικός και το ξέρουν πρωτ’ απόλα οι υπεύθυνοι λειτουργοί των Πολιτιστικών. Όλες οι ταινίες είναι χαμηλού κόστους. Τα λεφτά τοις μετρητοίς, που μπορούμε να μαζέψουμε, κυμαίνονται λίγο ή πολύ στο ίδιο επίπεδο. Η διαφορά είναι στον προτεινόμενο προϋπολογισμό. Όσοι από μας προσδοκούν ότι θα βρουν επί πλέον κάποια χρήματα εχτός Κύπρου, κάποια από τα αποία είναι επί τοις εκατόν του προϋπολογισμού (το ταμείο της ΕΕ Eurimages δίνει λ.χ. 15%) υπολογίζουμε στον προϋπολογισμό μας τις απλήρωτες υπηρεσίες, που επενδύουμε στην ταινία. Πρώτα απ’ όλα τους δικούς μας μισθούς, που δεν τους παίρνουμε, τους μισθούς συνεργατών μας, που είναι μειωμένοι, καθώς και δωρεάν προσφορές φίλων. Στόχος μας είναι να μην περικόψουμε τις μέρες και τους χώρους των γυρισμάτων και να εξασφαλίσουμε επαγγελματικό προσωπικό, ώστε να πετύχουμε μια ποιότητα στο έργο μας. Ο προϋπολογισμός επομένως δεν αφορά το πραγματικό χρήμα που διαθέτουμε, είναι η ελπίδα και οι θυσίες που κάνουμε με στόχο το καλό έργο. Αν δούμε τις στατιστικές, οι ως τώρα τις αποκαλούμενες ταινίες «υψηλού προϋπολογισμού» πήραν πιο λίγα χρήματα από το κράτος από τις «χαμηλού». Η «Ιστορία της Πράσινης Γραμμής» λ.χ. χρηματοδοτήθηκε με μικρότερα ποσά από εκείνα που πήραν σκηνοθέτες για την πρώτη τους μεγάλου μήκους ταινία. Η διαφορά επομένως δεν είναι στο ύψος της κρατικής επιχορήγησης και στην έλλειψη πόρων, που επικαλείται το Υπουργείο για να κάμει αυτό τον διαχωρισμό. Τότε γιατί; Ποια σκοπιμότητα έχει αυτός ο διαχωρισμός και ο αποκλεισμός ουσιαστικά των ταινιών τέχνης; Follow the money, λένε οι Εγγλέζοι. Ίσως, αν ακολουθήσεις το χρήμα, να βρεις μια εξήγηση. Αυτό που εγώ μπορώ να πω, είναι ότι η πράξη αυτή ευνοεί κάποιους συγκεκριμένους και αποκλείει κάποιους άλλους, επίσης συγκεκριμένους. Ανήκω στους δεύτερους συγκεκριμένους, που ήταν αναμενόμενο ότι θα έκαμνα κάποια πρόταση.
Υπάρχει και συνέχεια. Έκαμα δυο προτάσεις σεναρίων τα τελευταία δυο χρόνια. Η Συμβουλευτική Επιτροπή Κινημαυτογράφου (ΣΕΚΙΝ) μου απάντησε αρνητικά με δυο παρόμια δικαιολογητικά, που λένε εν ολίγοις ότι δεν είναι καλά τα σενάρια. Υπάρχει ένα παράδοξο σ’ αυτές τις γνωμοδοτήσεις. Η Επιτροπή, που αποφαίνεται ότι ένας σκηνοθέτη με 6 ταινίες στο ενεργητικό του, όλες με κάποιες διακρίσεις, ότι δε ξέρει να γράφει σενάρια, είναι στη μεγάλη της πλειοψηφία άτομα που δεν έχουν σχέση με τον κινηματογράφο. Υπάρχει μόνο ένας στους 9, που το βιογραφικό του περιλαμβάνει 3 μικρού μήκους ταινίες. Κάποιοι από αυτούς έχουν και κάποια «δωράκια» παράλληλα με τη συμμετοχή τους στην Επιτροπή. Μοιραία ακολουθουν μερικά γιατί: Γιατί αυτή η σύνθεση; Γιατί οι σκηνοθέτες δεν αντιδρούν; Ποιος έχει το πάνω χέρι σε μια τέτοια επιτροπή; Ποιος επωφελείται από τις κρίσεις της;
Έχω κάποιες ενδείξεις ότι οι πραγματικοί λόγοι της απόρριψης δεν είναι αυτοί που λέγονται. Και διαβάζω ένα μήνυμα πίσω από αυτές τις γνωματοδοτήσεις. Που λέει ότι δε θα μου ξαναεπιτρέψουν να κάμω άλλη ταινία.
Τα προσωπικά μου προβλήματα υπάρχουν γιατί κάμνω τις ταινίες που κάμνω. Γιατί κάποιοι που έχουν εξουσία τις κρίνουν με βάση τις πεποιθήσεις μου και όχι με βάση την αξία τους. Όταν επιτρέπεται κάτι τέτοιο, σημαίνει ότι η κοινωνία μας δεν έχει ξεκαθαρίσει μέσα στο μυαλό της κάποια πράγματα, που είναι αυτονόητα στην Ευρώπη και αποτελούν το κεκτημένο του πολιτισμού της. Όπως η ελευθερία της έκφρασης, που είναι αδιαπραγμάτευτη και χωρίς αστερίσκους, η διαφάνεια, η αξιοκρατία και η ευρύτητα πνεύματος. Από την άλλη αυτά τα αγαθά δεν είναι δώρα του ουρανού. Κερδίζονται με αγώνες και με τιμήματα. Όταν οι «ενδιαφερόμενοι» δεν ενδιαφέρονται, η κατάσταση μένει βαλτωμένη και διαιωνίζεται.
Με αυτή την απεργία μπαίνω σε μια μεγάλη δοκιμασία. Από τη μια δεν είναι και τόσο όμορφο να αναγκάζεσαι να διεκδικήσεις αυτονόητα και δεδομένα δικαιώματα μόνος και με ένα δραματικό τρόπο, γιατί δεν έχεις άλλη επιλογή. Από την άλλη δεν μπορείς να αντέξεις την υπεροψία της εξουσίας, που σου λέει «ίνταμπον να κάμεις ρε κοπελλούδιν», υποβάλλοντας σου ότι δεν έχεις άλλην επιλογή από το να παραδοθείς. Ξεκινώ την απεργία με το μυαλό μου σε όλους εκείνους, που ήρθαν στις προβολές της «Ιστορίας της Πράσινης Γραμμής» και είδαν την ελπίδα. Θα δοκιμαστούμε μαζί. Εγώ για τις αντοχές μου, κι η κοινωνία μας για το βαθμό της ευαισθησίας της».
Τελευταία Ενημέρωση: 06 Φεβρουαρίου 2021 - 18:48
https://news.rik.cy/el/article/2017/4/29/to-akel-episkephtheke-ton-skenothete-paniko-khrusanthou-pou-katerkhetai-apergia-peinas-6942619/