«Ήταν μια θαυμάσια ιδέα να γίνει αυτό το προσκύνημα» των Αιγυπτιωτών Κυπρίων και Ελλαδιτών, ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος Σινά, Φαράν και Ραϊθούς Δαμιανός, λέγοντας ότι οι άνθρωποι αυτοί, που έφυγαν κατά τη δεκαετία του 1950 και 1960 από την Αίγυπτο, επανήλθαν σύμφωνα με τη ρήση «όποιος πιει το νερό του Νείλου, δεν ξεχνά αυτή τη χώρα».
Εξήρε παράλληλα την πρωτοβουλία της Υπουργού Μετανάστευσης και Αποδήμων της Αιγύπτου Ναμπίλα Μακράμκαι ανέφερε πως είναι μια καλή ευκαιρία να επαναληφθεί ένα παρόμοιο πρόγραμμα και με άλλες κοινότητες που έζησαν παλαιοτέρα στη χώρα.
Παρούσα στη Μονή και η κ. Μακράμ, η οποία αντάλλαξε δώρα και βγήκε φωτογραφίες με τους Αιγυπτιώτες, με τους παριστάμενους να εκφράζουν στο πρόσωπό της την ευγνωμοσύνη τους για τη φιλοξενία, ανανεώνοντας παράλληλα το ραντεβού τους με την Αίγυπτο.
Πέραν του Καθολικού της Μονής και του σημείου της φλεγομένης βάτου, οι επισκέπτες από την Κύπρο και την Ελλάδα είχαν την ευκαιρία να θαυμάσουν τα σπάνια κειμήλια, εικόνες και εκκλησιαστικά αντικείμενα που φυλάσσονται στο μουσείο, καθώς και να επισκεφτούν τον ανακαινισμένο χώρο της βιβλιοθήκης του μοναστηριού.
Στη βιβλιοθήκη της Μονής φυλάσσονται 3.300 χειρόγραφα γραμμένα στα ελληνικά, αραβικά, συριακά, γεωργιανά και σλαβικά, καθώς και 8.000 παλαιά έντυπα στην ελληνική γλώσσα, ενώ υπάρχουν και αρκετά ξενόγλωσσα έντυπα που βρίσκονται στις αποθήκες.
Μεταξύ των χειρογράφων είναι και ο «Σιναϊτικός Κώδικας» του 4ου αιώνα, που σύμφωνα με τη Μονή αποτελεί «το πολυτιμότερο στον κόσμο χειρόγραφο» με το πλήρες κείμενο της Καινής Διαθήκης. Μόνο μέρος του Κώδικα φυλάσσεται σήμερα στη Μονή, καθώς το μεγαλύτερο τμήμα βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο, αλλά και στην Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη της Λειψίας και στη Ρωσική Εθνική Βιβλιοθήκη στην Αγία Πετρούπολη.
Όπως εξήγησε ο υπεύθυνος της βιβλιοθήκης, πατέρας Ιουστίνος, οι συντηρητές αναμένουν τις νέες ασημένιες θήκες, στις οποίες θα τοποθετήσουν τα ιστορικά χειρόγραφα και βιβλία για καλύτερη προστασία.
Σημαντικό μέρος της συλλογής της βιβλιοθήκης αποτελούν και τα 160 παλίμψηστα χειρόγραφα, δηλαδή οι επαναχρησιμοποιημένες περγαμηνές πάνω στις οποίες γραφόταν νέο κείμενο, καθώς την εποχή εκείνη ήταν δυσεύρετες.
Σύμφωνα με τον μοναχό, μετά από πέντε χρόνια δουλειάς, ολοκληρώθηκε ένα πρόγραμμα για την ψηφιακή φωτογράφιση των χειρογράφων και οι μελετητές μπορούν πλέον να αποκαλύψουν τα παλαιότερα κείμενα. Το πρόγραμμα συνεχίζεται με τη φωτογράφιση των υπολοίπων χειρογράφων, συμπλήρωσε.
«Είναι δύσκολο να ταξιδεύει κανείς στο Σινά σήμερα, αλλά με τη φωτογράφιση μπορούμε να στείλουμε την απεικόνιση των χειρογράφων στους επιστήμονες» στο εξωτερικό για να τα μελετήσουν, είπε ο πατέρας Ιουστίνος.
Ακολούθως, επέστρεψε κρατώντας στα χέρια του ένα προσεκτικά φυλαγμένο παλίμψηστο με τις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου, γραμμένο στην ελληνική και αραβική. Όπως εξήγησε, το χειρόγραφο περιείχε τρία παλιότερα κείμενα εκκλησιαστικής ιστορίας και τις προφητείες Ιερεμία.
Το συναίσθημα να βρίσκεται κανείς στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης είναι ιδιαίτερο, καθώς όπως ανέφερε ο πατέρας Ιουστίνος, στον τόπο αυτό «μπορώ να πάρω ένα Ευαγγέλιο του 10ου αιώνα και να το διαβάσω στην εκκλησία».
Στους ανακαινισμένους χώρους της βιβλιοθήκης του μοναστηριού, που εγκαινιάστηκαν μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο μετά από εργασίες 8 ετών, λειτουργεί και αναγνωστήριο, στο οποίο οι ερευνητές μελετούν τα χειρόγραφα.
Εξηγώντας τη σημασία της Μονής του Σινά, ο Αρχιεπίσκοπος Δαμιανός ανέφερε πως «αν υπάρχουν τα Ιεροσόλυμα όπου ήρθε ο σαρκωθείς Θεός, εδώ υπάρχει ο τριαδικός Θεός που εμφανισθεί στο Όρος Σινά ενώπιον του Μωυσέως και έδωσε τον Νόμο του σε όλη την ανθρωπότητα».
Είπε επίσης ότι το μοναστήρι αποτελεί και «ένδειξη της συνέχειας του ελληνικού πνεύματος από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των διαδόχων του», ενώ σημείωσε καταληκτικά και το παράδειγμα που εκπέμπει σήμερα η Μονή, μέσα από τη συμβίωση με τους βεδουίνους.
Πηγή: ΚΥΠΕ